top of page

Οι ρίζες του εθίμου

Ελάχιστα είναι τα γραπτά τεκμήρια που δίνουν πληροφορίες για την τέλεση του δρωμένου στο μακρινό παρελθόν. Η πρώτη γραπτή αναφορά είναι από τον Γεράσιμο Καψάλη στη Λαογραφία (Δελτίο της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, τόμος Στ΄) το 1917-1918, και ακολουθούν άρθρα σε τοπικές εφημερίδες (1928 και 1929), καθώς και προφορικές μαρτυρίες, περιγραφές και αφηγήσεις προπολεμικών χορευτών. Από αυτές τις μαρτυρίες προκύπτει ότι το έθιμο, στη μορφή τουλάχιστον που διατηρείται αναλλοίωτο έως σήμερα (ως προς τους χορούς, τις μελωδίες, τα τραγούδια, την ενδυμασία, το τυπικό τελετουργικό, αλλά και το εν γένει ήθος), τελούνταν ήδη από παλαιότερα.

0.jpg
mpoyles.jpg

Το έθιμο γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή του στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διακόπηκε προσωρινά για να επανέλθει το 1954 με τη συμμετοχή αρκετών παλαιών προπολεμικών χορευτών. Από τότε μέχρι σήμερα επιτελείται ανελλιπώς.  Σε όλο το τελετουργικό του αντανακλώνται στοιχεία από την τοπική παράδοση, τραγούδια, μύθοι και θρύλοι που έχουν αναφορές στη νεότερη ιστορία της πόλης της Νάουσας και ειδικότερα τους ηρωικούς αγώνες των Ναουσαίων με την κήρυξη της αιματηρής επανάστασης το 1822.  

Η τέλεση του εθίμου.

Την Κυριακή της Αποκριάς και την Κυριακή της Τυρινής νωρίς το πρωί ξεκινά η τελετουργική προετοιμασία και το ντύσιμο των τελεστών στα σπίτια τους. Η φορεσιά του Γενίτσαρου με κύριο στοιχείο της τη φουστανέλα αποτελείται από πολλά εξαρτήματα και συμπληρώνεται από τον πρόσωπο, τη χαρακτηριστική προσωπίδα με τα πολύ μικρά ανοίγματα στα μάτια και στο στόμα. Αντίστοιχα, ο άντρας που θα ντυθεί Νύφη φοράει ένα φαρδύ φανταχτερό λουλουδάτο φουστάνι με εξαρτήματα που χαρακτηρίζουν την τοπική γυναικεία φορεσιά της Νάουσας. Φορά και αυτός τον πρόσωπο (χωρίς μουστάκι) και νυφιάτικη κεφαλοστολή με λουλούδια και κορδέλες.

Αφού ολοκληρωθεί το ντύσιμο, το οποίο παρακολουθούν συγγενείς και επισκέπτες, κάθε τελεστής περιμένει να περάσει από το σπίτι του το μπουλούκι, που με τη συνοδεία ζουρνά και νταουλιού θα τον πάρει για να συνεχίσουν μαζί τη χορευτική πομπή. Όταν ακουστεί η μελωδία Ζαλιστός, ο Γενίτσαρος βγαίνει στο παράθυρο ή στο μπαλκόνι του σπιτιού να χαιρετίσει το μπουλούκι, ανασηκώνοντας τα χέρια ψηλά και τινάζοντας το άνω μέρος του κορμιού του τρεις φορές. Χαιρετάει την οικογένειά του και τα άτομα που βοήθησαν στο ντύσιμό του, κάνει τον σταυρό του στο κατώφλι του σπιτιού, παίρνει από το χέρι τους υπόλοιπους χορευτές και τους οργανοπαίκτες και ενσωματώνεται στο μπουλούκι. Ο χαιρετισμός μεταξύ των τελεστών γίνεται με χειραψία και ταυτόχρονη αναπήδηση στο ένα πόδι τρεις φορές, ώστε να ακουστούν τα ασήμια, δηλαδή νομίσματα, κοσμήματα και φυλαχτά τοποθετημένα στη φορεσιά στο ύψος του  στήθους, τη πλάτης, αλλά και στη φουστανέλα του γενίτσαρου.

Αντίστοιχα, ο άντρας που θα υποδυθεί την Μπούλα ντύνεται και αυτός στο σπίτι του με συγκεκριμένο εθιμοτυπικό. Μόλις φτάσει έξω από την πόρτα το μπουλούκι με τα όργανα, η Μπούλα βγαίνει και αποχαιρετά τα μέλη της οικογένειας, προσκυνώντας και φιλώντας το χέρι τους ενώ εκείνοι την φιλοδωρίζουν με χρήματα .Μετά χαιρετίζει με τον ίδιο τρόπο το μπουλούκι και τους οργανοπαίκτες και ξεκινούν την περιφορά τους στους δρόμους της πόλης με πατινάδα. Αφού τελειώσει το «μάζεμα», όλα τα μπουλούκια μαζί ξεκινούν για το Δημαρχείο, όπου φθάνουν πια το μεσημέρι. Εκεί βρίσκεται συγκεντρωμένος πολύς κόσμος.

Ο αρχηγός του μπουλουκιού, συνοδευόμενος από την Μπούλα, μπαίνει στο Δημαρχείο, και σηκώνοντας την προσωπίδα για να αποκαλύψει το πρόσωπό του, χαιρετά τον τοπικό άρχοντα (Δήμαρχο) και ζητά την καθιερωμένη άδεια για την τέλεση του εθίμου. Είναι η στιγμή όπου δηλώνεται έμπρακτα η συμμετοχή του Δήμου της πόλης στην επιτέλεση του εθίμου μέσω του ανώτατου αιρετού τοπικού άρχοντα. Είναι η μόνη φορά που ο αρχηγός σηκώνει για λίγο την προσωπίδα και αποκαλύπτει την ταυτότητά του. Ωστόσο, αργά το απόγευμα, όταν τα μπουλούκια φτάνουν στη συνοικία των Αλωνίων, όλοι οι τελεστές σηκώνουν (ή βγάζουν) τις προσωπίδες και αποκαλύπτουν τα πρόσωπά τους. Η αφαίρεση της προσωπίδας σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή θεωρείται προσβολή. Με τη σειρά της η Μπούλα προσκυνά και δέχεται από τον δήμαρχο χρήματα ως «δώρισμα».

Ο αρχηγός ανακοινώνει από τον εξώστη την άδεια που πήρε το μπουλούκι του και δίνει το σύνθημα για να ξεκινήσει το πιο τελετουργικό τμήμα του εθίμου. Οι Γενίτσαροι ξιφουλκούν και κραδαίνοντας και σείοντας τις πάλες τους χορεύουν έξω από το Δημαρχείο. Χορεύουν συγκεκριμένους κυκλικούς χορούς με πρώτο τον αρχηγό και δεύτερη την Μπούλα. Μετά ξεκινούν την πορεία τους με πατινάδα και, ακολουθώντας συγκεκριμένη διαδρομή, σταματούν μόνο σε καθιερωμένα σημεία, όπου χορεύουν.

Κατά τη διάρκεια της πατινάδας οι τελεστές χορεύουν αντικριστά ανά ζεύγη, ενώ συχνά σταυρώνουν τις πάλες τους, σε ανάμνηση αναπαράστασης μάχης, αφού πρώτα δώσουν το σύνθημα οι οργανοπαίκτες. Η πομπή περνάει από συγκεκριμένες περιοχές της Νάουσας που αποτελούσαν τα παλαιά όρια της πόλης, κάνοντας ενδιάμεσες στάσεις σε επτά προκαθορισμένα τριόδια για να χορέψουν κυκλικούς χορούς (τριόδι του Λάμια, τα Καμμένα, της Πουλιάνας, μέσω της συνοικίας Μπατάνια στο τριόδι του Πόντου [Μέγας Μαχαλάς], το Κιόσκι, τον Αϊ-Γιώργη) και μέσω της εκκλησίας του Αγίου Μηνά καταλήγει στη συνοικία Αλώνια. Κάθε χορευτής χορεύει στο τριόδι που βρίσκεται κοντά το σπίτι του προς τιμή της οικογένειάς του. Την ώρα που ο κάθε πρωτοχορευτής σέρνει τον χορό, οι συγγενείς και φίλοι του δωρίζουν προς τιμή του χρήματα στους οργανοπαίκτες, τοποθετώντας τα στα μουσικά όργανα ή στις τσέπες τους. Όσο το μπουλούκι βρίσκεται σε πορεία, κανείς από τους θεατές δεν επιτρέπεται να τραγουδήσει και να χορέψει μαζί τους, αλλά ούτε και να σύρει τον χορό.

Όταν πια αργά το απόγευμα φτάσουν τα μπουλούκια στη συνοικία Αλώνια, οι τελεστές βγάζουν τους προσώπους. Από τη στιγμή αυτή μπορούν πλέον να πάρουν μέρος στον χορό και χορευτές που συμμετείχαν στο δρώμενο παλαιότερα, χωρίς όμως τις παραδοσιακές φορεσιές. Κρατώντας τις πάλες τους και τραγουδώντας πατινάδες με τους υπόλοιπους ακολουθούν τη διαδρομή μέχρι τα Καμμένα.  Πρόκειται για ένα είδος απόδοσης τιμής στους παλαιότερους χορευτές για την προσφορά τους στο έθιμο. Μετά το μεγάλο γλέντι στα Αλώνια τα μπουλούκια ακολουθούν τη διαδρομή Γαλάκεια-στραβός Πλάτανος-Τριόδι Λάμνια. Η πορεία θα καταλήξει στην τοποθεσία Καμμένα (Διοικητήριο), όπου στήνεται και  ο τελευταίος χορός.

Την πρώτη μετά την Κυριακή της Απόκρεω Δευτέρα και την Καθαρά Δευτέρα οι τελεστές ντυμένοι, χωρίς όμως προσωπίδες και κεφαλόδεσμους, επισκέπτονται τα σπίτια των μελών του μπουλουκιού που τους έχουν καλεσμένους για γλέντι με χορό, τραγούδι, μεζέδες και κρασί. Στο γλέντι συμμετέχουν και όσοι παρακολουθούν την πορεία τους από σπίτι σε σπίτι. Ειδικότερα την Καθαρά Δευτέρα, αφού ολοκληρωθούν οι επισκέψεις στα σπίτια των χορευτών, τα μπουλούκια μαζεύονται και κατευθύνονται στην πλατεία Καμμένα, όπου χορεύουν κυκλικούς χορούς. Μετά από τον τελευταίο χορό, οι Γενίτσαροι καρφώνουν τις πάλες στη γη λέγοντας «ό,τι είπαμε και δεν είπαμε εδώ να μείνει» και έπειτα περικυκλώνουν τους οργανοπαίκτες και προσφωνούν: Πάντα άξιος! Στη συνέχεια χαιρετιούνται μεταξύ τους, ευχόμενοι «και του χρόνου!».

bottom of page